ALBERT NOBBS του Rodrigo García
(ΒΡΕΤΑΝΙΑ, 2011, έγχρωμη, 113΄)
Υπόθεση:
Με σκηνικό ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο Δουβλίνο του 19ου αιώνα, το Albert Nobbs είναι ένα δράμα για μία γυναίκα που μεταμφιέζεται ως άντρας, ώστε να μπορέσει να επιβιώσει. Τριάντα χρόνια αργότερα, βρίσκει τον εαυτό της παγιδευμένο στο χαρακτήρα που δημιούργησε η ίδια.
Βασισμένο στο θεατρικό έργο:The singular life of Albert Nobbs
Παίζουν: Γκλεν Κλόουζ, Μία Γουασίκοφσκα, Άαρον Τζόνσον, Τζόναθαν Ρις Μάγιερς, Τζάνετ Μακ Τιρ, Μπρέντα Φλίκερ και Πολίν Κόλινς.
Η Γκλεν Κλόουζ και ο Άλμπερτ Νομπς:
Η σύνδεση της Γκλεν Κλόουζ με το χαρακτήρα του Άλμπερτ Νομπς φτάνει μέχρι και τρεις δεκαετίες πίσω, όταν το 1982 τον υποδύθηκε για πρώτη φορά στη μεταφορά του ομώνυμου διηγήματος του Τζωρτζ Μούρ στο θεατρικό σανίδι, από τη Σιμόν Μπενμούσα.
«Πιστεύω ότι ο Άλμπερτ είναι από τους πραγματικά σπουδαίους χαρακτήρες, και η ιστορία, παρά τη βασική της απλότητα, έχει μια περίεργη συναισθηματική δύναμη», λέει η Κλόουζ. «Υπάρχει κάτι βαθιά επιδραστικό στη ζωή του Άλμπερτ, δε σταματά ποτέ να με συγκινεί. Υπήρξα πάντα πολύ ενεργή στην καριέρα μου, αλλά πάντα πίστευα ότι θα γινόταν μια υπέροχη ταινία».
Η Κλόουζ δούλευε πολλά χρόνια σε ιδέες για την ιστορία του Νομπς, μια γυναίκα του 19ου αιώνα, που επιβιώνει υποδυόμενη έναν άντρα σερβιτόρο. «Ο Άλμπερτ δε θέλει να καταλήξει στο πτωχοκομείο», εξηγεί η Κλόουζ. «Εκείνη την περίοδο η Ιρλανδία ήταν πολύ φτωχή. Γνωρίζει ο Άλμπερτ ότι χωρίς δουλειά εκεί θα κατέληγε. Όπως γνωρίζει πολύ καλά ότι οποιοσδήποτε μπορεί να απολυθεί ανά πάσα στιγμή. Υπάρχει ένα έντονο αίσθημα φόβου ανάμεσα στους εργαζομένους».
Όταν το κοινό συναντά τον Άλμπερτ, έχει εργαστεί ήδη τόσα πολλά χρόνια ως άντρας, που έχει ξεχάσει την ταυτότητα του. «Δε θυμάται καν το όνομα της. Ήταν ένα εξώγαμο παιδί, μεγαλωμένη από μια γυναίκα που πληρώθηκε για να το κάνει, και που ποτέ δεν αποκάλυψε την ταυτότητα της. Στην ηλικία ακόμη των δεκατεσσάρων εξαφανίστηκε μέσα στα ρούχα του Άλμπερτ. Τριάντα χρόνια αργότερα που ξεκινά και η ιστορία μας, είναι απομονωμένη και σχεδόν αόρατη, καθώς έχει περάσει σχεδόν όλη της τη ζωή στα ξενοδοχεία».
Η μεταφορά της Μπενμούσα ήταν μινιμαλιστική, αλλά ακόμη κι έτσι, η Κλόουζ πίστευε πολύ ότι η δριμύτητα, η συγκίνηση και το χιούμορ του θα ενίσχυαν μια πολύ δυνατή μεταφορά στη μεγάλη οθόνη.
«Το θεατρικό ήταν πολύ αυστηρό. Η δύναμη της ιστορίας είναι σαν ένα ποτήρι νερό. Όταν αντανακλάται φως στο νερό δημιουργεί κάτι πολύ περίπλοκο. Η ιστορία είναι πολύ απλή και γραμμική, αλλά αγγίζει περίπλοκα ανθρώπινα θέματα που αντανακλώνται στις ζωές όλων».
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν γυρνούσε το Meeting Venus με τον Ούγγρο σκηνοθέτη Istvan Szabo, η Κλόουζ του έδωσε το διήγημα και μετά από λίγο καιρό έλαβε το πρώτο προσχέδιο για σενάριο.
Το 2001, η ηθοποιός που είχε εξελιχθεί σε σεναριογράφο και παραγωγό, είχε πλέον στα χέρια της ένα σενάριο με το οποίο ήταν ικανοποιημένη κι έφτασε στην Ιρλανδία προς αναζήτηση τοποθεσιών για τα γυρίσματα. Ανάμεσα στα υπόλοιπα κτίρια που βρήκε ήταν και το Cabinteely House στο νοτιοανατολικό Δουβλίνο. Μετά από δέκα χρόνια έχει μεταμορφωθεί πλέον στο ξενοδοχείο Morrison.
Από το 2001 έως το 2011, η Κλόουζ τελειοποίησε το σενάριο με τη βοήθεια του Τζον Μπάνβιλ, αλλά μόνο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Εννιά Ζωές του Ροντρίγκο Γκαρσία, κατέληξε στον ιδανικό για εκείνη σκηνοθέτη.
«Περνούσα υπέροχα στις ταινίες του Ροντρίγκο. Αγαπά και καταλαβαίνει τις γυναίκες. Είναι επίσης ένας εξαιρετικός σεναριογράφος και δίνει πάντα υπέροχους ρόλους για γυναίκες».
Ο κολομβιανός σκηνοθέτης Ροντρίγκο Γκαρσία είναι ο γιος του συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκεζ. «Ο Ροντρίγκο έχει αυτή την κληρονομιά», λέει η Κλόουζ. «Όχι μόνο είναι ο ιδανικός σκηνοθέτης, αλλά είναι και συνεργάσιμος και εκπληκτικά ανοιχτός σε άλλες ιδέες».
Ο σκηνοθέτης ανακαλεί τις πρώτες του συζητήσεις με την Κλόουζ. «Λατρεύω να δουλεύω με τη Γκλεν, αλλά τι θα γινόταν αν το διάβαζα κι ένοιωθα ότι δε μπορώ να το κάνω ή ότι δε μου ταίριαζε; Ήξερα ότι ήταν το πάθος της. Ξεκίνησα με την ελπίδα ότι θα μπορούσα πραγματικά να συνδεθώ μαζί του, όπως κι έγινε».
«Ανταποκρίθηκα αμέσως με το που ξεκίνησα τη μελέτη. Ήταν μια πολύ σύγχρονη ιστορία, παρόλο που εξελίσσεται σε άλλο αιώνα, και πρόκειται κυρίως για τον εσωτερικό κόσμο ενός ανθρώπου και την ταυτότητα του, την εξάλειψη του ίδιου του εαυτού του και τη ζωή σε πλήρη μυστικότητα».
«Πολλά από τα σενάρια σήμερα έχουν χαρακτήρες που μιλούν για τα προβλήματα τους. Αντί το κοινό να βλέπει μια ιστορία, παρακολουθεί χαρακτήρες να γκρινιάζουν. Το Άλμπερτ Νομπς είναι ακριβώς το αντίθετο. Είχε μια πολύ ξεκάθαρη ιστορία που ξετυλίγεται με πολύ όμορφο τρόπο και δεν μπορούσες ποτέ να προβλέψεις τι ακολουθούσε. Μου φάνηκε εξαιρετική πρόκληση».
Ο κεντρικός χαρακτήρας, φυσικά στην ιστορία είναι ο Άλμπερτ Νομπς. Η Κλόουζ τονίζει ότι μπορεί να αντεπεξέρθει στο ρόλο εξαιτίας της θέσης του στο ξενοδοχείο. «Ο Άλμπερτ είναι ένας πολύ καλός υπηρέτης. Οι υπηρέτες δεν επιτρεπόταν να έχουν οπτική επαφή με τα αφεντικά τους, οπότε αυτό ήταν προς όφελος της. Η μεγαλύτερη πρόκληση για μένα ήταν ο τόνος της φωνής και η προφορά.»
Η Κλόουζ αναφέρει ότι αναγνώρισε το χιούμορ στην ιστορία από τα πολύ αρχικά στάδια. «Όλα τα χρόνια που δούλευα σ’ αυτή την ιστορία ήξερα ότι υπήρχε χιούμορ, κ ας μη το βλέπανε οι άλλοι. Δεν είναι το προφανές χιούμορ, αλλά αυτό που πηγάζει από τους ίδιους του χαρακτήρες, τις γκριμάτσες και τις αποχρώσεις στη φωνή και τις καταστάσεις. Υπάρχουν μερικές πολύ όμορφες στιγμές, που φάνηκαν με το που τοποθετήθηκαν όλοι οι χαρακτήρες μαζί».
Η Κλόουζ συμπεραίνει: «Πάντα πίστευα ότι αν μπορούσα να δημιουργήσω τον Άλμπερτ των ονείρων μου, χωρίς πολλούς συμβιβασμούς, με μια καταπληκτική ομάδα, θα μπορούσα να αποσυρθώ. Και η αλήθεια είναι ότι πιστεύω ότι τα καταφέραμε. Η τέλεια χρονική στιγμή με την τέλεια ομάδα».